Τα χελιδόνια έφυγαν...

16 Νοε 2009

| | |
Φθινοπώριασε. Καιρός να μαζέψω τους τίτλους μου και να φύγω. Θα κρεμάσω και μία ταμπέλα στο παλιό μου σπίτι: "Επιστρέφω σύντομα", προς ενημέρωση των φίλων και όσων ανησυχήσουν. Λίγοι θα είναι αυτοί, γιατί τα σπίτια μου είναι πολλά κι έχω κάνει φίλους και γνωστούς γύρω απ' το καθένα.
Θεσσαλονίκη. Κυρία Β. Το Μαριαννάκι.
πό πού είσαι;" "Από δω." "Ααα, ωραία. Και πού μένεις;" "Τούμπα."
Κάποιες συνήθειες δεν κόβονται. Εκείνο το κακοτυχισμένο δωμάτιο 2x2, με την εντοιχισμένη ντουλάπα που δεν μου άνηκε, με τον καναπέ-κρεβάτι με το σκληρό στρώμα και το γραφείο με τα δεκάδες ραφάκια και τα χαραγμένα αρχικά της εφηβείας μου είναι τώρα στον 2ο όροφο της πολυτελούς μεζονέτας (η ντουλάπα αντικαταστάθηκε από μία με γυάλινες πόρτες) και δεν μου λένε τίποτα. Εκείνο το δωμάτιο πάντα αναζητούσε εναγωνίως το δεύτερο άτομο που θα το γέμιζε, αλλά ποτέ δεν το βρήκε. Τα 57 τετραγωνικά που μου αναλογούν τώρα είναι απλά δυσβάσταχτο να τα κοιτάω...
Η γειτονιά αυτή δεν έχει πάρκα. Είναι όλα "νέας εποχής". Ακόμα και τα πεζοδρόμια... είναι αόρατα. Επικρατεί ησυχία τις ώρες που οι εργάτες δεν χτίζουν και ο γείτονας δεν φωνάζει. Πώς μου λείπει ο παλιατζής και οι φωνές των παιδιών όταν γυρνούσαν απ' το σχολείο και η γειτόνισσα που έκραζε τον Τίμο να μαζευτεί απ' το πάρκο γιατί η ώρα είχε πάει αργάμιση κι εγώ ακόμα διάβαζα για τις Πανελλήνιες και ήθελα ησυχία.
Τους φίλους μου από το δημοτικό τους βλέπω τακτικά. Έστω και με τα πόδια κατεβαίνω στην Τούμπα για να πιούμε καφεδάκι παρέα στο παλιό μας στέκι. Κι όποτε περνάω από το 101, θυμάμαι το κοριτσάκι που καθόταν στα κάγκελα κι έκλαιγε γιατί δεν την έπαιζαν τα άλλα παιδάκια και την παρηγορώ λέγοντάς της ότι, όταν μεγαλώσει θα έχει αποκτήσει τόσους φίλους, που δεν θα θέλει άλλους να της ζαλίζουν το κεφάλι. Έστω και με κλάματα, εκεί ήμουν το Μαριαννάκι που με όλους έπιανε κουβέντα. Τώρα έχω γίνει η κυρία Β. (ούτε καν δεσποινίς!) και από το τηλέφωνο και από κοντά.
Φλογητά. Η Μαρ(γ)ιάννα!
αρίιιιιιις!!!" "ΕΛΑΑΑΑ!!!" Μαγιώ, σορτσάκια, γυαλιά, μπάλα, σαγιονάρες, ποδήλατα, μηχανές, ψάθες, πετσέτες και τρελή καλοκαιρινή διάθεση καθημερινά. Εκεί είμαι πραγματική. Δεν μπορώ να κρυφτώ. Εκείνο το μέρος δίπλα στο κύμα με μεγάλωσε. Σε ποιον να το παίξω δήθεν και γιατί; Το καταφύγιό μου, το σπίτι μου, οι χαρές μου, τα ξενύχτια μου, η θάλασσά μου, οι φίλοι μου, όλα εκεί, εδώ και 20 χρόνια. Με τον μπαμπά μου βάλαμε στοίχημα κι εκείνος είναι έτοιμος κιόλας να το χάσει: λέει ότι θα βαρεθώ το μέρος σε λίγα χρόνια και θα σταματήσω να πηγαίνω, γι' αυτό και σκέφτεται να πουλήσει το σπίτι. "Πάνω απ' το πτώμα μου!" του είπα πολύ ευγενικά. Οι αναμνήσεις δεν έχουν τιμή.
Κοζάνη... baby! (Η αξιαγάπητη κολλητή.)
Εκεί είναι το πρόβλημα, εκεί και η λύση και η βάση για κάθε νέα αρχή. Όποια κι απ' τις 3 μας να διαλέξεις, το ίδιο θα σου πει. Οι... συνευρέσεις συνήθως είναι ερωτικού περιεχομένου, αλλά από την άλλη, μπορεί να είναι απλά δακρύβρεχτου (βλέπε γέλια και χαρές και απογοητεύσεις πάσης φύσεως!). Από φίλους; Άστα να πάνε! Καταρχήν, όποτε νιώσω μοναξιές, αρκεί να πάω στην Κοζάνη και θα βρω το Θωμά τον ψυχολόγο, τη Θεοδώρα το αλάνι, το Χρόνη τον αισιόδοξο, τον Πούλιο το party-animal-άντε-ρε-Πασπάρα-να-σε-κεράσω-ένα-σφηνάκι... τι άλλο θέλω; Πάνω απ' όλα, θα βρω κάποια που με ξέρει τόσο καλά όσο εγώ τον εαυτό μου και την ίδια, η οποία με το που πέρασε στο ΤΜΠΤ φώναξε:"ΈΧΟΥΜΕ σπίτι στην Κοζάνη"!!!
Πράβι. "Της Έλενας η κόρη".
άρε τη βαλίτσα σου και πίσω στη Σαλονίκη", μου έλεγαν όταν ήμουν τεσσάρων. Κι εγώ, ακόμα με την πάνα, έπαιρνα τον τουρλωτό μου ποπό και σινάμενη-κουνάμενη, έσερνα τη βαλίτσα πίσω μου και τραβούσα προς την εξώπορτα. Με τη γιαγιά, τον παππού και τη θεία μου μεγάλωνα, όποτε οι γονείς μου είχαν δουλειές. Εκείνο κι αν είναι σπίτι μου λοιπόν... Δεν ξεχνάω την Μπουζίνα, τη βιβλιοθήκη, τη "Λάλα μου", τα τσουρέκια, τα σαρμαδάκια, "...και χίλια περιστέρια να σου φιλούν τα χέρια κι εγώ να σ' αγαπώ". Μόνο εκεί καταλαβαίνω εκκλησία τη Μεγάλη Βδομάδα... κι ας με κόβουν απ'την κορφή μέχρι τα νύχια οι κυράτσες και μετά ακολουθούν τα κλασικά ξεφωνητά: "Ααα!!! Καλέεεε,της Έλενας η κόρη καλέ! Φτου φτου φτου, πώς μεγάλωσες έτσι! Κούκλα! Ίδια η μαμά σου!" Χωριό.
Κυκλάδες. Η Θεσσαλονικιά.
Δύο καλοκαίρια μετράω στη Μύκονο, στο πατρικό της Γιωργίας και το τελευταίο καλοκαίρι στην Πάρο, στη Ναυσικά και την Ελίζα. Ανοιχτοί άνθρωποι οι νησιώτες, σε κάνουν να νιώθεις σαν στο σπίτι σου, αφήνουν τα κλειδιά πάνω στην πόρτα. Καμία σχέση με τα υπεροπτικά βλέμματα των ξένων που συναντάς στα στενάκια και τα beach bars. Γνωρίζεις τις ομορφιές των Κυκλάδων από πρώτο χέρι και με τους καλύτερους ξεναγούς! Τζάμπα μας εκθειάζουν τους Θεσσαλονικείς και λένε για τη φιλοξενία μας... Εκεί έχεις και πιο ωραία θέα και πιο καθαρό αέρα. Το θέμα είναι πώς τα βγάζεις πέρα με το σταθμό Λαρίσσης στην Αθήνα, όπου ο κάθε πικραμένος σου ζητάει παραπάνω λεφτά... Οι διακοπές μετράνε, όπως και να 'χει.

Τις προάλλες και πάλι ξεκίνησα τις περιπλανήσεις σα τους νομάδες. Πήγα στην Κοζάνη για ένα βράδυ κι έμεινα τρία. Ταξίδεψα μέχρι την Αθήνα για να αποκτήσω καινούργιες εμπειρίες. "Το μικρό κοριτσάκι στη μεγάλη πόλη", έτσι με έβλεπα όποτε κατέβαινα στην πρωτεύουσα. Εκτός από την τελευταία φορά. Τώρα κατέβηκα για να δω φίλους και πόσο συχνά μπορώ να καλύπτω την απόσταση 500+ χιλιομέτρων. Την επόμενη βδομάδα δεν ξέρω πού θα με βγάλει ο δρόμος. Κίνητρο να υπάρχει και τα λεφτά που ξοδεύονται είναι μόνο στις μετακινήσεις. Ποιος να σου βάλει εμπόδια και βαρίδια στα πόδια όταν κουβαλάς την τρέλα μου;

Φεύγω λοιπόν. Κι όταν δεν μπορώ να φύγω, κάνω μια βόλτα με τις φωτογραφίες, τα ημερολόγιά μου, το τηλέφωνο, έστω και το internet. Από τις καταστάσεις και τον εαυτό μου μονάχα κυνηγιέμαι πάντα. Θα σας δω την άλλη βδομάδα...μπορεί και τον άλλο μήνα. Κι εσένα. Κι εμένα.





0 λόγια από περαστικούς: