Στας Αθήνας: μέσα-έξω από το όνειρο

22 Ιαν 2011

| | |

ΟΣΕ, γύρω στη 13.00, ανάμεσα σε δεκάδες κουρασμένα πρόσωπα, περιμένω στην ουρά να βγάλω εισιτήριο. Η διαδρομή είναι πολυτραγουδισμένη, το ταξίδι χιλιοεκτελεσμένο και οι εμπειρίες και οι αναμνήσεις γεμίζουν άνετα τα απομνημονεύματά μου. Δεν θα σου πω για το ταξίδι. Θα σου πω μόνο ότι, αυτή τη φορά ήθελα να δω την Αθήνα στολισμένη και τα όνειρά μου εκπληρωμένα, γι’ αυτό και μπήκα στην αμαξοστοιχία 502 με μεγάλες προσδοκίες.

Παλιότερα υπήρχε το “American dream”. Στην Ελλάδα του ’50 υπήρχε το “Athens dream”. Διαπίστωση: το όνειρο της πρωτευούσης ζει και βασιλεύει. Ένας εκφυλισμός παντού υπάρχει εν έτει 2010 και έτσι, το όνειρο της Αθήνας φαντάζει να ανήκει μόνο στους μετανάστες. Δεν θα καταρρίψω εγώ αυτή την εντύπωση, οι φοιτητές θα το κάνουν, τα παιδιά από χωριά, νησιά και μικρότερες πόλεις –όχι από τη Θεσσαλονίκη· εμείς έχουμε το μικρόβιο «είμαστε όσο μεγάλη πόλη πρέπει, έχουμε παραλία και φραπέ και κάνουμε ζωάρα σε λέω!». Όλοι κυνηγούν να κάνουν τη μεγάλη ζωή, να ανεξαρτητοποιηθούν, να γίνουν ένα με τον κόσμο και ταυτόχρονα να ξεχωρίσουν ανάμεσα σε πολλούς, να κάνουν νέα αρχή, να τα καταφέρουν, να σταθούν στα πόδια τους, να απορριφθούν και να ξανασηκωθούν μέσα σε 5 εκατ. κόσμο. Γιατί όμως, κάπου εδώ, θυμάμαι τον πατέρα μου να λέει: «Στην Αθήνα, παιδί μου, όλοι κάνουν κύκλους άσκοπα, δουλεύουν για το τίποτα, έρχονται για να φτιάξουν όνομα και ξεχνούν γρήγορα από πού ξεκίνησαν, τους καταπίνει η πόλη». Κάτι ξέρει.

Το να συναντάς «πατριώτη» μέσα στο χάος είναι σπουδαία υπόθεση. Παίρνω ταξί από Κολωνό για Ταύρο και καταλήγω να συζητάω για τον ΠΑΟΚ, τη Βουλγαρία, τα «πλάσματα» της Αθήνας και την κούραση. Κάθε ταξιτζής και μια εμπειρία.
-         - Αθήνα ή Θεσσαλονίκη;
-         - Τρελάθηκες κοπέλα μου; Συγκρίνονται αυτά τα πλάσματα εδώ πέρα με μας εκεί πάνω; Άσε που Αθηναίοι-Αθηναίοι, γκάγκαροι  που λέμε, δεν υπάρχουν. Μάθανε όλοι τώρα και λένε «είμαι Αθηναίος». Πόσο Αθηναίος ήσουνα όταν άφησες τα πρόβατά σου βρε καραγκιόζη; Έχω 15 χρόνια στην Αθήνα και δεν την αντέχω. Σκέφτομαι να ξανανέβω πάνω και μετά να πάω να ζήσω στο χωριό. Σε κουράζει η κωλόπολη, μεγάλωσα κι εγώ…


Η άλλη όψη είναι οι φοιτητές, η παρέα των νησιωτών που έχω στην Αθήνα και την λατρεύουν γενικά, ενώ ειδικά και βαθιά μέσα τους, την καταριούνται. Το σπίτι στο κέντρο είναι ευλογία: να είναι ο ηλεκτρικός και το μετρό δίπλα, οι γειτονιές γύρω απ’ την πλατεία Αττικής και η πλατεία του Αγ. Σάββα κοντά, σε συνδυασμό με το Σύνταγμα που απέχει 5 στάσεις· «…όμως την πολυκατοικία που βλέπω στα δυο βήματα απ’ το μπαλκόνι, σε σχέση με το σπίτι μου στο νησί που βλέπει θάλασσα, δεν θα τη συνηθίσω ποτέ. Με πνίγει.» Της Κ. της αρέσει ωστόσο, που μένει κεντρικά και το σπίτι της γίνεται κέντρο διερχομένων. Πουθενά δεν την παλεύεις μόνος: αλήθεια. Το άλλο κέντρο διερχομένων-κλασικό φοιτητικό σπίτι είναι αυτό που αν προσπαθήσεις να τη φανταστείς, βλέπει την Ακρόπολη από την πίσω μεριά. Αυτά που πραγματικά βλέπεις σε ακτίνα ενός χιλιομέτρου είναι τα ξενυχτάδικα της Πειραιώς, το μικρό εμπορικό κέντρο και οι πλατείες και τα μαγαζιά της Καλλιθέας. Μέσα στο σπίτι επικρατεί το «συγκάτοικοι είμαστε όλοι στην τρέλα», στιχάκι που δεν πρέπει να πέσει στα αυτιά του ιδιοκτήτη, αλλιώς το ενοίκιο θα χτυπήσει κόκκινο. Έξτρα στρώματα, κουπόνια προσφοράς για ατελείωτες πίτσες, internet για να κατεβαίνουν οι ταινίες υπάρχουν ανά πάσα στιγμή. Ο Μ. είναι γεννημένος για τη «μεγάλη ζωή», ο Β. μιλάει συνέχεια με νοσταλγία για τη Χαλκίδα και τα φιλαράκια του στο χωριό, ο Τ. μου δείχνει στο GPS πού δουλεύει στο Λουτράκι για να βγάζει τα δικά λεφτά και να μην έχει ανάγκη κανέναν, τη Μ. δεν τη νοιάζει όπου κι αν είναι, αρκεί να έχει το laptop της. Και εγώ θα ήθελα να έμενα για πάντα μαζί τους.

Αντιθέσεις υπάρχουν σε όλα, πόσο μάλλον σε μια τόσο μεγάλη πόλη. Μέσα στην πρωτεύουσα υπάρχουν η Ομόνοια και η Κηφησιά, το κέντρο όπου όλα τρέχουν και τα προάστια όπου όλα κινούνται σαν σε άλλον πλανήτη, το μετρό-σφαίρα κι ο ηλεκτρικός που σέρνεται, οι σύγχρονες γειτονιές και η Πλάκα, η μυρωδιά του παλιού στο Μοναστηράκι και ο γυάλινος κόσμος των malls, η βρωμιά του Πειραιά και η «καθαριότητα» της Εκάλης, οι Πακιστανοί και οι Κινέζοι. Έξω από το «κλεινόν άστυ» υπάρχουν τα σουβλάκια και τα καλαμάκια, το τυρί και το κασέρι, το μανό και η όζα, τα «με λες» και τα «σου λέω». Δεν πρόκειται να φέρω επιχειρήματα ως προς το τι είναι σωστό, γιατί θα καταργήσω τους απολαυστικούς τηλεφωνικούς και ιντερνετικούς καβγάδες με το έτερον ήμισυ! …να που οι αντιθέσεις συναντώνται.


Μερικά πράγματα σου παίρνει χρόνο να τα αγαπήσεις. Έτσι και η Αθήνα. Με αφορμή τις απανωτές 24ωρες απεργίες των ΜΜΜ, έκατσα τις διπλάσιες μέρες και δεν μου ήταν αρκετές αυτή τη φορά. Μπορεί να μην γύρισα τα μαγαζιά της Ερμού, να μην πήγα στου Ψυρρή για ρακόμελα και να μην είδα το Σύνταγμα στολισμένο λόγω οικονομικής κρίσης. Πήγα όμως, στο θέατρο, σ’ ένα υπέροχο musical που μ’ άρεσε τόσο που ήθελα να ανέβω κι εγώ στη σκηνή να τραγουδήσω για την αγάπη, μέτρησα συνθήματα στους τοίχους, ανηφόρισα το Κολωνάκι για πρώτη φορά, κρατώντας το χέρι κάποιου, μπερδεύτηκα στο μετρό, αλλά γούσταρα, γιατί άκουσα παραπάνω τραγούδια στο κινητό, χορεύοντας στις κυλιομένες, έπαιξα χιονοπόλεμο στην Κηφησιά, κυνήγησα ταξί μες στη βροχή στον Αγ. Δημήτριο για να με πάει στη Γλυφάδα. Ταινίες θρίλερ που ποτέ δεν βλέπω, συζητήσεις μέχρι τα αξημέρωτα, «Άννα και Σάκης» με μια δόση απελευθέρωσης, club, εξομολογήσεις και κερασμένο κρουασάν, τσάι ανανάς και homemade σνίτσελ, τραγούδια για Αθήνα-Θεσσαλονίκη που μας καθορίζουν ήταν τα highlights. Το ταξίδι μου ξεπέρασε κάθε προσδοκία. Αποθηκεύεται στα «αγαπημένα». Υπόσχεση: το κορίτσι με το πτυχίο στα χέρια και τα όνειρα που δεν κλείνονται σε κουτιά, αλλά πάντα ταξιδεύουν, θα είμαι εγώ και σ’ έναν χρόνο από τώρα, θα ζω το αθηναϊκό όνειρο.

0 λόγια από περαστικούς: